Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Καλαβρός, Μιχαήλ"
-
Άψαστα πουλιά δέκα στο παρά
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Ανεβάλαμε το γάαρο κι ήρτε με το θουμάρι
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Ανεμομαζώματα δαιμονοσκορπίσματα
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Αντρζειωμένος= ανδρειωμένος, ο έχων μεγάλην ανδρείαν.
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Από την πόλιν έρκομαι και στη κορφή κανέλλα
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Επί λόγων, πράξεων ασυνάρτητων -
Ας εί μικρό τ' αλώνι σου μ' ας εί μοναχικό σου
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Ας είναι μικρό τ' αλώνιον σου όμως ας είναι μοναχικό σου -
Αφορμή για το παιδί τρώει η μάννα το πολύ
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Βρούλλα μου φέρνεις, ψάθες σου πλέκω
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Γκιό κέφαλες έ κάμνον σ' ένα καζανί
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Έθει αθρώπους γικό γροσσώ έθει και γκιό στο γρόσι
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Έχει ανθρώπους αξίας δυο γροσίων έχει και δυο εις κάθε γρόσιον -
Ένα – ν - είναι ο στραβός ένα – ν – αι κι ανήξερος
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Ένας λωλός ρίχνει μια πέτρα μεσ' το πηάϊ και δέκα φρόνιμοι εν ημπορούν να την βγάλουν
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Πηάϊ = πηγάδιον -
Εγώ το βρούλλο ζώννομαι και το καιρό περνώ το
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Εγώ μεταχειρίζομαι ως ζώνη το χορτάρι και ούτω περνώ τον καιρό -
Είναι να το πη άθρωπος, ειδεμή σίλια λόγια έναν άσπρο
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)Συνοδεύεται από κείμενο .... -
Είπε ο γάαρος το πετεινό κεφάλα
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894) -
Ευσή γονιών αγόρασε και στο βουνί ανέβα
Καλαβρός, Μιχαήλ (1894)