Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσικόπουλος, Ι."
-
Μαύρισε το μάτι του
Τσικόπουλος, Ι. -
Μαύρισεν η καρδιά μου
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με πήρε στο λαιμό του
Τσικόπουλος, Ι. -
Με σκυλλιά, νε γατιά
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με τα ρούχα του μαλώνει ή με τα ρούχα του τρώγεται
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με την ψιλή τη σίτα κοσκινισμένος
Τσικόπουλος, Ι. -
Με το μεγαλύτερό σου μη πιάνσεσαι
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με το νου και με τη γνώση ηύραν τον Θεό καμπόσοι
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με το νου και με τη γνώσι ηύραν τον Θεό καμπόσοι
Τσικόπουλος, Ι. -
Με το ξύλο 'ς τον Παράδεισον
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με τον δικό σου φαγ' και πιε κ' αλισβερίσι μη κάμνεις
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Με τον ήλιο ταμπάζε, με τον ήλιο ταβγάζε, τι 'χαν τάρμα και ψοφούσαν;
Τσικόπουλος, Ι.Επί των φυγοπόνων την παρακούρας μεν αρχομένων κ ενορίς δε παυσμένων της εργασίας -
Μέ μιά τσικουριά δέν πέφτει τό δένδρο κάτω
Τσικόπουλος, Ι. -
Μέγας ει πλάτανε και θαυμαστά τα κουκουρέτζια σου
Τσικόπουλος, Ι. -
Μέρα καλή, χαρά θεού
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Μεγάλον λουκμάν φάγε και μεγάλον λόγον μη λέγης
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Μεροδούλι, μεροφάγι
Τσικόπουλος, Ι. -
Μη θέλοντας ο ζωγράφος, θέλοντας ο βλάχος φόρεσε, Χριστέμ, κόκκινα 'ποδήματα
Τσικόπουλος, Ι. (1910)