Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσικόπουλος, Ι."
-
Κάλλιο πέντε κάρβουνα παρά χίλια πρόβατα
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάμε καλό 'ς του διαβόλου το χωριό
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάμε το καλό και ρίξ' το 'ς το γιαλό
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάμνει σαν εγγαστρωμένη, όταν βλέπη πωρικόν
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάποιον δεν ήθελαν 'ς το χωριό καιτός ζητούσεν του παπά το σπίτι
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάποιον δεν ήθελαν στο χωριό κι αυτός ήθελε του παπά το σπίτι
Τσικόπουλος, Ι. -
Κάποιος δεν είχε ποιόν να ρωτήση και ρώτησε το δοκανίκι του
Τσικόπουλος, Ι. -
Κάποιος δεν είχε ποιόν να ρωτήση και ρωτουσε το ραβδί του
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάποιος καίονταν τα γένεια τ' κ' άλλος ήθελεν να καψαλίση τη ματσούκα του
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Κάποιος καίοντας τα γένεια τ' κι' άλλος ήθελε να καψαλίση τη ματσούνα τ'
Τσικόπουλος, Ι. -
Καβάλλα τόκαμες το παζάρι
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Καθαρός ουρανός αστραπή δε φοβάται
Τσικόπουλος, Ι. -
Καθαρός ουρανός, αστραπές δε φοβάται
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Καθαρός ουρανός, αστραπές δε φοβάται
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Καθένας φυλάει το πετσί του
Τσικόπουλος, Ι. -
Και με τα χίλια μέσα και με τα πεντακόσια μέσα
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Και τ' αδελφού μ' το τσουκάλι να βράζη και το δικό μ' να μη σιγάζη
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Και τ' αδελφού μου το τσουκάλι να βράζη, και το δικό μ' να μη σιγάζη
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Καίει το πάπλωμα για τον ψύλλον
Τσικόπουλος, Ι. (1910) -
Καινούργιο κόσκινο που να σε κρεμάσω; παλιό, που να σε πετάξω;
Τσικόπουλος, Ι. (1910)