Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Άγνωστος συλλογέας"
-
Έβαλε το πρόβατο, για να φυλάγη το λύκο
Άγνωστος συλλογέας -
Έβαλεν απών
Άγνωστος συλλογέας (1881)Ερμηνεία: Επί ανθρώπου μη καταδεχομένου τους άλλους, διότι έγινεν ανώτερος -
Έβαλεν η αραπτσύα τον πόδα τση στο τσικάλι
Άγνωστος συλλογέας (1892)Ερμηνεία: Λέγεται όταν τσουκνιάση το φαγητόν -
Έβγα μάννα μ' κόρακα, να διης του γιο βρικόλακα
Άγνωστος συλλογέαςΠερί των κακών νέων των ομοίων προς τους κακούς γονείς των -
Έβγα όξω και μπομπέψου, έμπα και νοικοκυρέψου
Άγνωστος συλλογέας -
Έβγα συ κουτσό ποδάρι, νάμπω 'γω το παλληκάρι
Άγνωστος συλλογέας -
Έβγα συ, κουτσό ποδάρι, να μπω 'γω το παλλικάρι
Άγνωστος συλλογέας -
Έβγα, μυία, απ' τ' αρμάρι, μη λερώσης το χαβιάρι
Άγνωστος συλλογέας (1934) -
Έβγαλε λάγανο στη γλώσσα
Άγνωστος συλλογέαςΕρμηνεία: Περί πολύ κοπιάσαντος κ' φωνάξαντος δια μιαν υπόθεσιν -
Έβγαλε τ' όνομα του κοριτσιού
Άγνωστος συλλογέας -
Έβγαλε τα πόδια του από τη σακκούλα
Άγνωστος συλλογέας (1892)Ερμηνεία: Επί προσώπων αρχομένων ν' αποκτώσιν ελευθερίαν ενεργείας -
Έβλαφτε σε
Άγνωστος συλλογέας (1881)Πρός τον μή αρεσκόμενον είς τι και μή δεχόμενον αυτό (ειρωνικώς)