Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 523-542 από 673
-
Ράβε ξύλωνε δουλειά να μή σού λείπη
(1953)Αναφέρεται σε κείνους, οι οποίοι δεν έχουν τι να κάμουν και ασχολούνται νωχελώς περί τι, το οποίον δεν κατορθώνουν να τελειώσουν -
Ρίχνεται από σ' νί σε παλούκι
(1953)Δια να αποφύγουν τον έλεγχον δεν απαντούν εις τας ερωτήσεις μας, αλλά περιστρέφουν την απάντησιν εις άσχετα και ασυνάρτητα προς την ερώτησιν -
Ρωμαίικος καυγάς, τουρκικος χαλβάς
(1953)Οι τουρκοι δικασταί πάντοτε ωφελούντο με δωροδοκίας, όταν διέλυον τας μεταξύ των Ελλήνων αναφυομένας διαφοράς και διενέξεις -
Σ' αγαπώ κυρά μ΄που κλάνεις, αλλά συ το παρακάνεις
(1953)Ερμηνεία: Έχει τα όρια της και η υπομονή -
Σ΄ εγύρευα με το κερί και σ΄ εύρα με τον ήλιο
(1953)Λέγεται τότε, όταν τυχαίως συναντώμεν ένα άνθρωπον, τον οποίον προ πολλού εζητούμεν -
Σαν δεν θέλ΄ς να θερίσ΄ς, μάσε ρόβι
(1953)Λέγεται επ΄ εκείνων, οι οποίοι ενώ έχουν μίαν καλήν εργασίαν, την αφήνουν διά να εύρουν άλλην ευκολωτέραν, αλλ΄ αναγκάζονται ως εκ των πραγμάτων, να εργασθούν εις εργασίαν ασυγκρίτως δυσκολωτέραν της πρώτης. Το μαζεύειν ... -
Σαν η κόττα στο μύλο
(1953)Λέγεται επ' εκείνου, ο οποίος ζη πλουσιοπαρόχως και έχει εν αφθονία τα τρόφιμα -
Σαν η κόττα στο μύλο
(1929)Λέγεται επ' εκείνου, ο οποίος ζη πλουσιοπαρόχως και έχει εν αφθονία τα τρόφιμα -
Σαν ο μπέης στ' άχυρο
(1929)Λέγεται επ' εκείνου, ο οποίος επαναπαύεται μακαρίως, επειδή έχει άφθονα τα αγαθά -
Σαν ο μπέης στ' άχυρο
(1953)Λέγεται επ' εκείνου, ο οποίος επαναπαύεται μακαρίως, επειδή έχει άφθονα τα αγαθά -
Σήκωσ' τον ένα και βαρ' τον άλλο
(1953)Όταν ένας είναι εξ ίσου ανίκανος ή κακός με ένα άλλον, αμφότεροι δε ακταάλληλοι για μια δουλειά, λέγομεν ταύτην την παροιμίαν -
Σκάζ' βουβάλια
(1953)Είναι πολύ επίμονος εις τας ιδέας του, ώστε και αυτοί οι ατάραχοι και υπομονητικοί βούβαβου δύνανται να σκάσουν από την άκαμπτον επιμονήν του -
Σκαλίζοντας σκαλίζοντας η κόττα έβγαλε τα μάτια της
(1953)Πάσα συστηματική και επίμονος παράτασις ή επαναληψις μιας υπόπτου εργασίας θα φέρη ζημίαν εις τον επιμένοντα, εκτός εαν η εργασία είναι καλή -
Σκαλίζοντας, σκαλίζοντας η κόττα έβγαλε τα μάτια της
(1929)Πάσα συστηματική και επίμονος παράταση ή επανάληψις μιάς υπόπτου εργασίας θα φέρη ζημίαν εις τον επιμένοντα, εκτός εάν η εργασία είναι καλή, αλλά και εν τη περιπτώσει ταύτη δέον να έχη τα όριά της. Πάσα υπέρ το δέον παράτασις ... -
Σκουφώνει ξεσκουφώνει
(1953)Λέγεται περί ενός σπατάλου που ζη πάντοτε με χρέη, τα οποία δεν προσπαθεί να εξοφλήση