Πλοήγηση ανά Λήμμα "έχω"
Αποτελέσματα 741-760 από 1333
-
Νάχαμ' ένα διμάτ' τέτοιις να βάνουμε προυσκέφαλου, ημείς δεν έχουμ' ένα να βρέξουμι του μ'νι μας
(1939)Όταν τις στερήται και ζητεί πολλά -
Νάχαμαν γάλα θα τρίβαμαν αλλά μας λείπει το ψωμί
(1963)Η παροιμία λέγεται για να σατυρήση εκείνους που ονειρεύονται κάτι που δεν έχουν και δεν πρόκειται επί του παρόντος ν΄ αποκτήσουν. Δεν είναι εξαπλωμένη εις όλην την περιοχήν, παρά μόνον εις τα χωρία Έλεζνα, Πραδαλίτσα, ... -
Νάχη η κυαρά μου γένεια θα την εφώναζαν πάππουν
(1883)Ερμηνεία: Εννοεί ότι όστις έχει χρήματα και όποιος έχει φρόνησιν, φαίνεται -
Νάχω γάδαρον, ξέρω τζαί καβαλλικώ
(1940) -
Ναϊλοί ποι 'κ' έχ'. Θεόν πα κ' έχ'
(1939)Αλλοίμονο σ' εκείνον που δεν έχει – που είναι φτωχός και Θεό δεν έχει! - Λέγεται με παράπονο και διαμαρτυρία από φτωχούς που τους φέρνονται βάναυσα και ταπεινωτικά -
Ντο έχς Μουράτ; - Το είχα πάντα
(1911) -
Ντό έεις, Μουράτ΄; - Ντο είχα πάντα
(1931)Τι έχεις Μουράτη; - Ότι είχα πάντα. Χαλδ. Επί καταστάσεως μη βελτιουμένης -
Ντό έχ΄ το χέρ΄ ΄κι τρομάζ!
(1931)Το χέρι που έχει δεν τρέμει. Σαντ. Χαλ. Επί πλουσίου αφειδώς δαπανώντος -
Νύχια 'κ' έχ' να τσαφίεται
(1939)Δεν έχει νύχια να ξυστεί.-Δεν έχει από δικά του τα μέσα να τα βγάλει πέρα