Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 740-759 από 3150
-
Εργάτης
(1963) -
Ερόdων, έπαιρνε βουλή κι' αθρώπω μαθημένω, οπόχουσι bολύ ψωμί κι' αλάτσι φαωμένο
(1963)Δηλαδή, πρέπει να συμβουλευώμεθα τους ηλικιωμένους και τους έμπειρους -
Ερωτήξανε, λέει, το λύκο, ιάdα κι' είν' ο σβέρκος του χοdρός, λέει. Ιατί κάνω τη δουλειά μου μοναχός
(1963)Δηλαδή όποιος κάνει τη δουλειά του μόνος, δεν έχει την ανάγκη κανενός, δεν στενοχωρείται με την συναλλαγή προς τρίτους -
Εσπάσεν τα τσικαλούδια
(1928)Φράση που λένε όταν δυό φίλοι, ένα αντρόγυνο, μαλλώσουν. Δυό τέλος πάντων, συνδεδεμένοι άνθρωποι -
Ετσά δε θέλω κάβουρα, να bηδάς στα κάρβουνα
(1963)Λέγεται, σαν πεισμάτωμα, σε κάποιον, που μετανοιώνει και στεναχωρείται, επειδή δεν έκαμε κάτι, δεν άκουσε μια συμβουλή -
Ετσά κι΄ ετσά ΄φάαν οι σκύλοι τα πετσά
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται, όταν πιά έχωμε φθάσει στο σημείο να μη μας κάνη τίποτα εντύπωση, να τα αποδεχώμεθα όλα, να τα παίζωμε όλα για όλα -
Ετσά σε θέλω παπαδιά, να κόβγης μοναχή κλαδιά, να φράζης την απλωταριά
(1963)Λέγεται κάπως πεισματικά αντί του απλού: Έτσι σε θέλω -
Εύρα νάχης και κάμε να ζης
(1963)Δηλαδή : όταν κληρονομήσης περιουσία, την έχης, όταν δεν κληρονομήσης, μόλις προφταίνης να δουλεύης να ζης