Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν."
-
Ασβολωμένος = ο βεβλαμμένος και ιδίως υπό αοράτου τινός ενεργείας τω θεώ, οποίος αι Έμπουσαι και αι Αρπνιαι των αρχαίων.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Ασκιά = σκιά, φάσμα
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Αφρίτης έγεινε
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1890)Ερμηνεία: Η φράσις αυτή λέγεται διά τους οξύθυμους καθ' ήν ώραν ευρισκόμενοι εις έριδα εξάπτονται και μαίνονται υπό του θυμού “αφρίτης έγεινε” ήτοι έφριξεν εμάνη υπό του θυμού. Εκ πρώτης όψεως παραβάλλει τη την λέξιν αφρίτης ... -
Βρύνιες : φυτόν εώδυμον, λέγονται εκ απλούστερον οβριές, όθεν και Οβρεόκαστρον, η αρχαία Ραμνούς, είδα φύονται πολλαί.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1892) -
Βρωμεί ο Οβραίος βρωμούν και τα καλά ντου
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Αντιστοιχεί με το “κακού γάρ ανδρός δώρ' όνησιν ούκ έχει -
Γερόντων έπαιρνε βουλή κι αθρώπω μαθημένω, απού 'χουνε πολύ ψωμία κι αλάτσι φαωμένο
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1908)Οτι το γήρας σοφόν -
Για μικρός μικρός παντρέψου, για μικρός καλογερέψου
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Για πράξε, για μετάπραξε και 'που τον κόσμο λείπε
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888) -
Γιούδας
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν. (1888)Ερμηνεία: Ιούδας, ο προδότης, καταστάς σκαιόν σύμβολον και αντικείμενον δυσφημίας μετά την προδοσίαν του Ιησού Χριστού