Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 464-483 από 717
-
Σόπου ο δϊέβος 'ηρανέσκει 'ίνεται άιος
(1951)Οταν γερνάει ο διάβολος, γίνεται άγιος. Για τους γέρους που το ρίχνουν στις προσευχές, ενω πέρασαν τα νιάτα τους στην αμαρτία -
Σον dαρόν gορά 'α νdα βρισ', σον dαρόν gορά 'α φιλήσ' το σέρι του
(1951)Ερμηνεία: Στους ανθρώπους συμπεριφερόμαστε ανάλογα με την ώρα και με τις περιστάσεις -
Σου Βαρασού το' ράμμα μή κρέμεσαι – Στου Βαρασού το σχοινί μην κρέμεσαι
(1951)Μη στηρίζεσαι σε φαρασιώτικες υποσχέσεις. Οι Φαρασιώτες δεν είναι για να σε υποστηρίξουν -
Σου βιλλού το σεβdά του κρέμεται, σο Παϊάσι κουπανίζει σίδερο
(1951)Στης ψωλής του τον καημό όποιος κρέμεται, στος Παϊάς (στις φυλακές) κοπανίζει σίδερο. Η έννοια της παροιμίας είναι πως όποιος δεν περιορίζει τις ορμές του, στο τέλος καταλήγει στη φυλακή. Το Παϊάς είνια στο μύχο του κόλπου ... -
Σου κου το κατζί 'τιν gρούς;
(1951)Στου κώλου το λόγο βάνεις αυτί; Όταν κανείς δίνει σημασία σε λόγια ή σε βρισιές από πρόστυχους -
Σου να είσαι ισάνι, να ινείζ α δϊέβος εν gαό
(1951)Αντί να είσαι άνθρωπος, να γενείς διάβολος είναι καλύτερο -
Σου Σαγματά δϊέβοι τζο 'πόμειναν, έμbαν σου ισανούν τις τσοιλίες
(1951)Στου Σαγματά διαβόλοι δεν απόμειναν, μπήκαν στων ανθρώπων τις κοιλιές -
Σου στσυλλού το γιατάχι ξεράδιν τζο βριστσϊέται
(1951)Στου σκυλιού το γιατάκι ξεροκόμματο δε βρίσκεται -
Στάβgος τζό ΄ς, τ΄ άβγο να νdα ποίκ΄;
(1951)Στάβλο δεν έχεις, τ΄ άλογο τι να το κάμεις; Για κείνους που κάνουν σχέδια, χωρίς νάχουν που να τα χρησιμοποιήσουν -
Στάθη σο θύρι μbρό, νε του βgαίνει φήνει, νε του μbαίνει
(1951)Στάθηκε στην πόρτα μπροστά, ούτε κείνον που βγαίνει αφήνει, ούτε κείνον που μπαίνει -
Στο δϊέβο αν τζερί να πάρεις, πάλ' εν gαό
(1951)Ερμηνεία: Από το διάβολο κι ένα κερί να πάρεις, είναι καλό -
Στό βόϊδιν 'bοπουκάτου αρατείτε μουσκάρι;
(1951)Από κάτου από τό βόδι ζητάτε μοσχάρι; Όταν κανείς περιμένει πράματα αφύσικα. Το μοσκάρι θά πάει στήν αγελάδα καί όχι στό βόδι, γιά νά βυζάξει. Στήν Κύπρο λένε: Αρσενικός γάδαρος σύρνει πίσω του πουλάριν; -
Στου Χαλάπου τη στράτα, γαϊδουριού ΄χνάρε ΄υρευ ;
(1951)Στου Χλαεπιού το δρόμο, γαϊδουριού αχνάρια ζητάς ; Ο δρόμος προς το Χαλέπι ήταν πάντα γεμάτος καραβάνια, που πήγαιναν κι έρχονταν στην Ανατολή. Μέσα στις πατημασιές από τις καμήλες και τ΄ άλλα ζώα, δεν μπορούσε κανείς ... -
Συ παρμύρτσες τα, γώ κρέμασα τα σό τσουφάλ' τσου
(1951)Συ το αδιαφόρησες, εγώ το κρέμασα στο κεφάλι σου -
Συ, ε απός, ασλάν έργατα μbορείζ να ποίκ;
(1951)Εσύ, αλεπού, λιονταριού δουλειές μπορείς να κάμεις; -
Συ, μο τ' ατέ τ' αχίλλι του ες, α νάρτει αν dαρός, θάλε τζ' α νάβρεις να δώσ' το τσουφάλι σου
(1951)Συ μ' αυτό το μυαλό που έχεις, θε νάρθει ένας καιρός, πέτρα δε θάβρεις να χτυπήσεις το κεφάλι σου