Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Άκογλους, Ξενοφών Κ."
-
Ποι 'κι νουνίζ όνταν κάθεται, θαμάσκεται όνταν σκούται
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όποιος δε σκέπτεται όταν κάθεται θαυμάζει όταν σηκώνεται -
Ποι καίεται σο γάλαν, φυσά και το ταν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ερμηνεία: Όποιος καίγεται με το γάλα φυσά και το ξυνόγαλο -
Ποι κι θέλ' να ζουμών', πέντ' ημέρας κοσκινίζ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Για ζαβολιάρηδες, που με χίλιες δυο δικαιολογίες αναβάλλουν δουλειά, που δε θέλουν να κάνουν, είτε από τεμπελειά, είτε και γιατί δεν τους συμφέρει -
Πολλά σκοινίν έδεκες άτον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Πολύ σκοινί τουδωσες, πολύ θάρρος τουδωσες, τον άφησες ναχει μεγάλη οικειότητα μαζί σου -
Πολλά σκύλ' υιος εν'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Είναι καπάτσος, επιδέξιος, έξυπνος, τα καταφέρνει -
Πολυτεχνίτης ερημοσπίτης
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939) -
Πουλεμένον, φαγωμένον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Χαρακτηρίζεται η σπουδαιότητα και η μεγάλη αξία που απόδιναν στην ιδιοκτησία -
Πρίλ' – ι – μ', γρίλ' – ι – μ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Γρίλ = γρουλεύω = καταστρέφω, Διότι φέρνει το θάνατο στους αρρώστους που δημιούργησε ο Μάρτης και με τς έκτακτες παγωνιές του φέρνει ζημιές -
Ραχίν πα αν γίνεσαι, εγώ απιδαβαίνω-σε
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Και βουνό να γίνεις, πάλι εγώ σε ξεπερνάω -
Σ' άρκονος τον κώλον άλειμμαν βάλ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Υποστηρίζει κ' ενισχύει πλούσιο και δυνατόν -
Σ' αλών' ν-ατ' να βρέχ', να χονίζ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Στ' αλώνι του ούτε βρέχει ούτε χιονίζει. Ανάλογο με το “Ου φροντίς Ιπποκλείδη” -
Σ' έναν χουλάρ' νερόν απέσ' άνθρωπον φουρκίζ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Μέσα σ' ένα κουτάλι νερό άνθρωπο πνίγει -
Σ' εκεινού τα σκοινιά μη κείσαι
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Σ' εκείνου τα σκοινιά μη ξαπλώνεσαι, η μη κοιμάσαι, μην εμπιστεύεσαι, μη βασίζεσαι, μην επαναπαύεσαι στα λόγια η στις υποσχέσεις εκεινού -
Ση κωφού την πόρταν, όσον θέλεις βρόντα
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)