Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μερεμέτη, Δήμητρα"
-
Μου το 'βγαλε το μάτ'. Θα του το βγάλω
Μερεμέτη, Δήμητρα (1961) -
Μουλάρι του πυροβολικού
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Λέγεται δια χονδράνθρωπον, αγενή κατά τους τρόπους -
Μπήκαμε στη γλώσσα του κόσμου
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Ήτοι, εδώσαμε δικαίωμα στον κόσμο με την άπρεπη συμπεριφορά μας να μας “κοτσομπολεύση” -
Μπόρα είναι, θα περάση
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Καθούρι ή μπορίνι ή μπόρα, λέγεται η βροχή εκείνη, η οποία έρχεται απότομα και με χοντρές σταγόνες και σταματά πολύ γρήγορα -
Μπρός πύρα καί πίσω κλαυδευτήρα
Μερεμέτη, Δήμητρα (1953)Όταν καίη η φωτιά στό τζάκι καί πίσω οι πόρτες είναι ανοιχτές -
Μπρος πύρα και πίσω κλαδευτήρα
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956) -
Μωρέ τί κρασί είν' αυτό! Αυτό είναι σκυλλί
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Σκυλλί αποκαλούν επίσης το κρασί όταν αρχίζη και χαλά και μετατρέπεται σε ξύδι -
Ν' αφήσης εσύ το ζακόνι σου κι' εγώ το δικό μου
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Βλ. σχετική διήγησι στη σελ. 331-332 -
Να μη χαρώ τα μάτια μου
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956) -
Να μη χαρώ το φως μου
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956) -
Να σε φυλάη ο Θεός από καινούριο νοικοκύρ' και παλιό διακονιάρ'
Μερεμέτη, Δήμητρα (1953)Για τους νεόπλουτους -
Νάκαναν οι μυίγες μέλι θάχα κι΄ εγώ μελίσσια
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)Η παροιμία αυτή λέγεται δι΄ ανθρώπους, οι οποίοι πλάθουν όνειρα απραγματοποίητα -
Νάκαναν οι μυίγες μέλι, θάχα κι' εγώ μελίσσια
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956) -
Νηστεύει ο δούλος του Θεού που δεν έχει να φάη
Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)