Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 20-39 από 124
-
Βάγια Βάγια τω Βαγιώ, τρώνε ψάρια και κολιό, ως τεν άλλη Κυριατσή του μαμά κι του τσιτσί
(1940)Μαμά = ψωμί, τσιτσί = πασχαλινό κρέας -
Βάλε ψάρια στο τηγάνι, Παναγιά και αγιο-Γιάννη
(1940)Ερμηνεία: Όποια μέρα πέσουν αυτές οι μέρες, Παρασκευή ή Τετράδη, επιτρέπεται το ψάρι -
Γ' ρούν πέ σόϊ και στσύλο απέ μάντρα
(1940) -
Γάδαρος δεμένος αγάς ανεπαμένος
(1940) -
Γάδαρους είπι του bιτ'νό κεφαλά
(1940) -
Γέρο σα δεν έχ'ς, γέρο ν' αγοράης
(1940) -
Δάσκαλο πήρις;
(1940)Οι δασκάλοι τότες ήdαν εξευτελισμένοι και φουκαράδες. Όταν είχε κρέας πολύ αδύνατο, χωρίς πάχος, το λέγαμ' αυτό -
Δέκα να μιτράς κι ένα να κόφτ'ς
(1940)Βλ. σχετικό παραμύθι για τη χρησιμότητα της παροιμίας αυτής, σελ. 124 - 5 -
Εγώ θα πλύνω τη σκάφ' ;
(1940)Δηλαδή σε μένα έπεσε η αγγαρεία; επί μεροληψιών. ( από το μύθο του γέρου και της γριάς, που βάλανε στοίχημα, όποιος πρωτομιλήση, να πλύνη τη σκάφη -
Επίσκοπε του Δαμαλά μηδέ νου, μηδέ μυαλά. Τα μικρά δεν ήθελις τα μιγάλα γύρευις. Γύριζε του χερόμυλου κούνα τ΄ αραπόπουλο.
(1940)Πήγε ν΄ αγοράση ψάρια, μα δεν τ΄ αρέσανε τα μικρά της αγοράς κ΄ βγήκε με τους ψαράδες έξω. Εκεί τον πιάσανε