Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 138-157 από 299
-
Εξηύραν ατ' οι ζωντανοί κι επόμειναν αποθαμένοι
(1940)Το βρήκε ο Καλεμής κι απόμεινε ο Βάρναλης. Για όσους γυρεύουνε κάτι που σαυτούς δεν είν' αναγκαίο, ενώ άλλοι έχουν την ανάγκη του -
Εξηύρεν ατ' ο Καλεμ'ην κι επόμεινεν ο Βάρναλη
(1940)Το βρήκε ο Καλεμής κι απόμεινε ο Βάρναλης. Για όσους γυρεύουνε κάτι που σαυτούς δεν είν' αναγκαίο, ενώ άλλοι έχουν την ανάγκη του. Παραλλαγή: Εξηύραν ατ' οι ζωντανοί κι επόμειναν αποθαμένοι -
Επείνασαν οι ποντικοί κι ετάραξαν τ' αλευρερές
(1940)Πείνασαν οι ποντικοί κι ανακατώσανε (ψάξανε) τις αλευρερές -
Ερχόντανεν η λυγερή κι εγόρασε λανάρι
(1940)Αρχόντηνε η λυγερή κι αγόρασε λανάρι (εργαλείο όπου ξαίνουν το μαλλί). Για τους φανταγμένους, που πάνε και παίρνουν πράματα άχρηστα, το λανάρι δεν το χρειάζεται κανείς κάθε μέρα – ο φανταγμένος νομίζει ότι αν το 'χει κι ... -
Ζαρός κι απόζαρος
(1940)Ζαρωμένος κι αποζαρωμένος – Χαρακτηριστικό για τον ασουλούπωτο άνθρωπο, για τον αποτυχημένο -
Η γούλα σου κι η τσούπα σου κι η τρακαλαφατίνα σου
(1940)Ο λαιμός σου κι η τσούπα σου και η τρακαλαφατίνα σου. Για τους λαίμαργους όλο σκέφτονται το λαιμό τους, το στούπωμά του και το τριπλό, αν είναι δυνατό, καλαφάτισμά του. -
Η δούλα του ση χρείαν κάεται
(1940)Η δούλα του στό αποχωρητήριο κάθεται. Πρός όσους αγαπούν να στέλνουν σε θελήματα τους άλλους, χωρίς να μπορούν ούτε να τους επιτρέπεται να διατάζουν. Ας φωνάξουν τή δούλα τους να πάει, πού αυτήν τή στιγμή, ειρωνεία, ... -
Η εμαρφιάδα σο σκουτέλιν κ' εμπαίνει
(1902)Η εμορφιά δεν μπαίνει εις το πιάτο, ήτοι δεν χορταίνει κοιλιά -
Η κακή η γυναίκα ίσαμε το Πιστεύω στέκει σην εγκλεσία, παραπάνου 'κι πορεί
(1940)Ερμηνεία: Η κακή γυναίκα ως το Πιστεύω στέκεται στην εκκλησία. Περισσότερο δε μπορεί