Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Αναγνωστόπουλος, Γ."
-
Αμ μεν κλάψη το παιδίν, εδ δκιά η μάννα του το βυζίν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Αν έμ μήλον, εν ν' αθθήση
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Αν είναι πραγματικόν, θα φανή, θα αποδειχθή. Σ.Κ. Β' 284 αρ. 222 -
Απ' αππηά παλλούκια πολλά, μπαίννει και κάναν στον κώλον του
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Παρεμφερής την ανωτέρα εν λήμμα λάκκος παροιμία -
Από Μαρκιού καλοκαιρκού και απ' 'Αουστοχ χειμώναν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Σημείωση: Εν τη ανωτέρα παροιμία το καλοκαιρκού κατ' αφομοίωσιν και αναλογίαν προς το: Μαρκιού, αντί καλοκαίριν, εννοεί έχομεν -
Απόζ ζυμώση Σάββατον, κακήν Δευτέραν έχει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Οφείλομεν να είμεθα προβλεπτικοί -
Απόθ θέλει να πά στομ μύλον, πέντε μέρες κοσκινίζει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Απόν καλά, καλούλλικα, καλλύττερα γυρεύκει, ο δκιάολος του κώλου του κουκκιά του μαειρεύκει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ερμηνεία: Επί των πλεονεκτών -
Απόν μακρύς, τρώει σύκα
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ο πλούσιος ευκόλως ημπορεί να προμηθευθή παν ό,τι επιθυμεί. Ο έχων προσόντα, ο προσοντούχος, ως λέγουν εν Κύπρω ημπορεί να καταλάβη θέσιν τινα -
Απόσ σε ξέρει, ακριβά σε βοράζει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ερμηνεία: Επί των ζημιουμένων διά την άγνοιαν του χαρακτήρος εκείνων, προς ους συναλλάσσονται ή εν γένει έρχονται εις σχέσιν τινά -
Απόχει κόρην ακριβήν, τομ Μάρτιν ήλιος μεν τηδ δη
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Απου σπείρη εν να θερίση
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Απού λείπει, λείπει και η μοίρα του
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Λέγεται εις τους ερχομένους εις γεύμα ή εστίασιν κατόπιν εορτής και ζητούντας μερίδιόν των, το οποίον όμως δεν εφυλάχθη -
Απού τον Άδη φώς;
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Περί εκείνων, που αναμένουν τι παρά τινος, παρ' ού είναι αδύνατον να το επιτύχουν. ΣΚ.Β΄, 284, αρ. 224 -
Ας με κράζουσι σπαχίνα και ας λαμπάζω που τημ πείναν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Σπαχίνα ή καϊνα, παρά δε Σακελλ. Σουπαχίνα -
Αυτό είναι πάππου – τριπάππου
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1925)Ερμηνεία: Παρά των προγόνων, παλαιόθεν παραδοθέν (έθιμο τι, διάταξις τις κλ.) -
Αφ' φάη σκατά η κατσικορώνα, η θάλασσα εν ιξημαρίζει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Με το να υβρίση κακόγλωσσος τις και υβριστής (κατσικορώνα) άλλον τινά ευϋπόληπτον (θάλασσα), ούτος ουδόλως ατιμάζεται ούτε μειώνεται η τιμή του. Ανάλογοι και οι παροιμ. “πάνω 'ςτο γιαλίν τίποτ' εν κολλά”, “ο λόγος ο άσχημος ... -
Αχτυπούν του παπά με τα πρόσφορα, Θεέ μου, και ξόρισ' την ορκήσ σου!
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Συνοδεύεται από κείμενο ... -
Γερόντων έπαιρνε βουλή κι' ανθρώπου περασμένου
Αναγνωστόπουλος, Γ. -
Γλήορη και καματερή το Σάββατον το δείλης
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Περί γυναικών οκνηρών, αι οποίαι αφήνουν όλας τας εργασίας της εβδομάδος δια την μ.μ. του Σαββάτου