Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κολίτσης, Ανδρέας Μ."
-
Ο γάδαρός μου εν' οκνιάρης τζαί βαρογομαριάρης
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Λέγεται όταν αναθέση τις εις κάποιον να μεταφέρη ωρισμένα πράγματα και εκείνος αντί να μεταφέρη ολίγα πρώτα και μετά να επιστρέψη να πάρη και τα υπόλοιπα, τα μεταφέρει όλα μια φορά -
Ο Θεός γλέπει τον κλέφτην, μα γλέπει τζιαι τον νοικοτζιύρην
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Γλέπω = βλέπω, φυλάττω -
Ο Θεός θωρεί τζάι θυιά
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Δηλαδή ο Θεός κρίνει έκαστον αναλόγως την πράξεων του -
Ο Θεός σκάλες ανεβάζει, τζαί σκάλες κατεβάζει
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Άλλους ο Θεός ανυψώνει και άλλους ταπεινώνει -
Ο κάττος τζι' αν εγέρασεν τα νύσσια πούσσιεν έσσιει
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Ο κόσμος τόσσιει τούμπανον τζι' εμείς κρυφόν καμάριν
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Ο ουρανός ο ξάστερος εφ φοάται π' ασταπές
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Ο οχτρός έσσιει πολλά πόδκια
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Ερμηνεία: Ο Σατανάς ενεργεί διαφοροτρόπως -
Ο παθός ε'ν' ο γιατρός
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Ο παπάς τα ομπρός του εν εθώρεν τζιαι τα πίσω του ανηγέλουν
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Ερμηνεία: Για κάποιον οποίος δεν βλέπει τα δικά του και κατηγορεί τους άλλους -
Ο πελλός αν δεν έσσιει νουν, έσσιει πόδκια
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Ο πελλός εποτζιοιμήθην, τζιαι πελλόν όρωμαν είδεν
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951) -
Όσοι μπαίνουν ψι΄όσοι φκαινουν της Παρασσιευκήν στην Χώραν
Κολίτσης, Ανδρέας Μ. (1951)Χώρα= ούτω καλείται η πρωτεύουσα Λευκωσία παρά του λαού