Πλοήγηση ανά Λήμμα "κώλος"
Αποτελέσματα 115-134 από 283
-
Κάτσε κώλο κάμε ρόκα
(1915) -
Κάτσε κώλο, κάμε ρόκα
(1938)Ερμηνεία: Επί των πολυασχόλων, ιδία επί γυναικών εις τας οποίας αι φροντίδες και ασχολίαι του οίκου δεν επιτρέπουν να καταγίνουν με καθιστικήν εργασίας -
Κάτσε κώλο, κάνε αρόκα
(1943) -
Κομ' είσαι μο του κού σου το χαπάχι
(1951)Ακόμα είσαι με του κώλου σου το καπάκι. Είσαι μικρός ακόμα. Σαν να έχει σκέπασμα ο κώλος σου, προτού λειτουργήσει φυσιολογικά -
Κώλ' CΗυγκχαίν' ς πουρδγιές ακούς
(1961)