Πλοήγηση ανά Λήμμα "βρεχω"
Αποτελέσματα 107-126 από 159
-
Πέρα βρέχει
(1917)Ερμηνεία: Δια τον μη εννοούντα τα λεγόμενα. Και τον μη εννοούντα τα τεκταινόμενα κατ'αυτού -
Πέρα βρέχει μέσα τρέχει
(1963)Παροιμία ανομοιότητος, διότι όταν βρέχει μακράν δεν μπορεί να τρέχει μέσα στο σπίτι μας, αν και κυρίως χρησιμοποιείται ως παροιμία αδιαφορίας και αμμελείας -
Πέρα στου Λούξη βρέχει
(1924)Επί ανθρώπου μη προσέχοντος, αδιαφορούντος δια τι παριού ο λόγος ή και δι'αυτήν την ομιλίαν -
Πέραν βρέσει
(1881) -
Πήρε τα βρεμένα τ'
Έφυγε ντροπιασμένος, υβρισμένος, εξευτελισμένος και φοβισμένος. Λέγεται “Πήρε τα κατουρμένα τ'” -
Πρέπει να βρέξη για να κατεβάση
(1954)